Περιγραφή
Βασικά Ιστορικά Στοιχεία
Ἡ Ἱερά καί Σεβασμία Μονή τοῦ Παντοκράτορα Ταώ, ἱδρύθηκε τόν 9ο αἰ. ὡς ἀνδρικό κοινόβιο. Στή διάρκεια τῆς μακραίωνης ἱστορίας της γνώρισε ἀλλεπάλληλες καταστροφές καί λεηλασίες, γνώρισε ὅμως καί χρόνια μεγάλης ἄνθησης καί αἴγλης. Κατά τήν πρώτη περίοδο τῆς ζωῆς καί δράσεώς της, τή βυζαντινή περίοδο, ἀνεδείχθη δευτέρα Μονή τῶν Βαλκανίων μετά ἀπό τή Μονή Δαφνίου, μέ πολυπληθῆ ἀδελφότητα πού ξεπερνοῦσε τόν ἀριθμό τῶν ἑξακοσίων Μοναχῶν.
Ἡ συγκινητικότερη καί μαρτυρική ὅμως σελίδα στήν ἱστορία τῆς Μονῆς εἶναι ἡ περίοδος τῆς Τουρκοκρατίας καί κυρίως ἀπό τό 1570 ἕως τό 1680. Σ’ αὐτά τά δύσκολα χρόνια, ἡ Ἱερά Μονή τοῦ Παντοκράτορα ὑπῆρξε πνευματικό λίκνο καί πηγή ἐθνικῆς ἐμπνεύσεως, ἀφυπνίσεως καί προσφορᾶς γιά τήν χειμαζόμενη Ρωμιοσύνη τῆς Ἀττικῆς ἀλλά καί τοῦ εὐρύτερου τουρκοκρατούμενου Ἑλληνισμοῦ.
Σύμφωνα μάλιστα μέ τήν παράδοση, ἡ Μονή ἀκολουθοῦσε τό Στουδίτικο τυπικό ὡς πρός τήν τέλεση τῆς Θείας Λατρείας, φέρουσα στήν Ἀττική τό τυπικό τῶν Ἀκοιμήτων της Κωνσταντινουπόλεως, δηλαδή τῆς ἀδιαλείπτου τελέσεως ὅλων τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ εἰκοσιτετραώρου στό Καθολικό τῆς Μονῆς. Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι στίς μέρες μας, ἴσως εἶναι ὁ μοναδικός Ναός στήν Ὀρθοδοξία πού σώζεται ὡς Ἀκοίμητη Μονή καί ἕνας ἀπό τούς ἐλαχίστους ἑξαγωνικούς Ναούς πού σώζονται στόν Ἑλλαδικό χῶρο.
Ἀπό τό 1570 καί μετά, οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς ἀναδεικνύονται μεγάλα πνευματικά ἀναστήματα τῆς ἐποχῆς τους. Οἱ τελευταῖοι ἀπό αὐτούς, ἐπεσφράγισαν μέ τό αἷμα τούς τήν ἀφοσίωση καί τήν ἀγάπη τους στό Νυμφίο τῶν ψυχῶν τους Κύριο ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστό, λαμβάνοντας τό στέφανο τοῦ Μαρτυρίου κατά τήν νύκτα τῆς Λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μετά τήν Θείαν Λειτουργίας τό 1680.
Ἡ Χάρις τοῦ Παντοκράτορος Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τρεῖς αἰῶνες μετά τό Μαρτυρικό τέλος τῶν 179 Ὁσιομαρτύρων Πατέρων αὐτῆς, μᾶς ἐχάρισε τήν εὐλογία τῆς θαυματουργικῆς ἀποκαλύψεως τῶν Ἱερῶν Τους Λειψάνων. Τό γεγονός αὐτό συνεκλόνισε καί κατασυγκίνησε τήν Ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἀλλά συγκλονίζει καί τό πλῆθος τῶν φιλομονάχων προσκυνητῶν αὐτῆς. Παράλληλα, ἡ εἴδηση διεδόθη σέ ὅλο τόν Ὀρθόδοξο κόσμο, στή συνείδηση τοῦ ὁποίου ἑδραιώθηκε ἕνα βαθύ αἴσθημα σεβασμοῦ καί εὐλαβείας πρός τούς παντοκρατορινούς Ὁσιομάρτυρες, ἀποδίδοντας στά Ἱερά τούς Λείψανα, τήν πρέπουσα προσκύνηση, εὐλάβεια καί τιμή σέ κάθε εὐκαιρία.
Ἔκτοτε οἱ 179 Καλλίνικοι Νεομάρτυρες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἀποτελοῦν ἕνα ἀκόμη φάρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί πηγή ἰάσεων καί παντοίας βοηθείας σέ ὅσους καταφεύγουν σ’ Αὐτούς γιά τήν πρός τόν Θεόν πρεσβεῖες Τους.
Ἡ μνήμη τῶν 179 Ὁσιομαρτύρων Ἁγίων Πατέρων τῶν ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονή Παντοκράτορος σφαγιασθέντων ὑπό τῶν ἀθέων Ἀγαρηνῶν κατά τό ἔτος 1680, ἑορτάζεται τήν Τρίτη της Διακαινησίμου.
Το χρονικό της σφαγής των Οσιομαρτύρων Πατέρων
Τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα τοῦ 1680 Ἀγαρηνοί Πειρατές λεηλατοῦσαν καί ἐρήμωναν τά παράλια μέρη τῆς Ραφήνας. Κάποιος ὑπηρέτης τῆς Μονῆς, ἀπό φθόνο κινούμενος, συννενοήθηκε μέ τούς πειρατές νά τούς ὁδηγήσει ἀσφαλῶς στήν Μονή, μέσω ἑνός μυστικοῦ περάσματος πού γνώριζε.
Οἱ Πατέρες, ἔχοντας πολλές φορές ὑποφέρει ἀπό ἐπιδρομές καί λεηλασίες, εἶχαν κατασκευάσει ὡς τελευταία ἔξοδο κινδύνου ἕνα ὑπόγειο τοῦνελ ὅπου ξεκινοῦσε ἀπό τά δεξιά τοῦ Ἱεροῦ καί κατέληγε στή Ραφήνα.Μέσω αὐτῆς τῆς σύραγγας, ὁ προδότης ὁδήγησε τούς βάρβαρους στό Μοναστήρι ἀνήμερα τῆς Ἀναστάσεως. Οἱ πειρατές αἰφνιδίασαν τούς Μοναχούς, πού τούς βρῆκαν ὅλους συναγμένους στήν Ἐκκλησία, μέ ἀναμμένες τίς λαμπάδες, νά ψάλλουν τό τελευταῖο «Χριστός Ἀνέστη» τῆς Πασχαλινῆς Θείας Λειτουργίας. Ἡ σφαγή πού ἀκολούθησε ὑπῆρξε καθολική καί ἡ λεηλασία ὁλοκληρωτική. Βρῆκαν φρικτό μαρτυρικό θάνατο 179 Μοναχοί.
Κανένας δέν θά εἶχε σωθεῖ ἀπό τήν Ἀδελφότητα, ἐάν λόγω τοῦ Πάσχα δέν ἀπουσίαζε στό Μετόχι «Χεροσακκούλι» ἕνας ἀπό τούς Ἱερομονάχους τῆς Μονῆς. Ἐπιστρέφοντας τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα στό Μοναστήρι του, εἶδε σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό αὐτό μέσα στό δάσος, κατακρεουργημένα σώματα μοναχῶν. Φοβισμένος, κατευθύνθηκε πρός τήν κορυφή τοῦ βουνοῦ, ὅπου ἀγναντεύοντας τήν γύρω περιοχή διέκρινε στόν ὅρμο τῆς Ραφήνας πειρατικά καράβια καί ἀντιλήφθηκε τί εἶχε συμβεῖ. Τήν Δευτέρα μετά τό Πάσχα ὅταν ξημέρωσε, εἶδε τά πλοῖα τά πειρατικά νά σηκώνουν ἄγκυρα καί νά ἀπομακρύνονται στό πέλαγος. Τότε ἔσπευσε καί κατέβηκε στό Μοναστήρι του… γιά νά ἀντικρύσουν τά μάτια τοῦ σκηνές φρίκης.
Ποιός εἶναι σέ θέση νά διηγηθεῖ τά δάκρυα καί τούς θρήνους πού ἔκανε; Μπαίνοντας στήν Μονή ἔκλαιγε, φώναζε γοερά, χτυποῦσε τό στῆθος του βλέποντας τήν Ποίμνη τοῦ Χριστοῦ πεσμένη στή γῆ σάν πρόβατα πού κατασπαράχθηκαν ἀπό λύκους. Γιατί πράγματι φοβερή καί ἀφόρητη σφαγή ὑπέστησαν οἱ δοῦλοι καί Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας δέχτηκε τό χτύπημα ἀπό τόν ὦμο μέχρι τόν ὀφαλό, ἄλλος πριονισμένος στά δυό κείτονταν κάτω, ἄλλος χωρίς χέρια καί πόδια ἔμοιαζε τό σῶμα του σάν ἄψυχο ξύλο, ἐνῶ ἄλλος δέχτηκε τό χτύπημα ἀπό τήν κορυφή τοῦ κεφαλιοῦ μέχρι τόν τράχηλο. Εἶδε ἱεροπρεπεῖς Γέροντες πού κρατοῦσαν σφιχτά ἀκόμη στό χέρι τους τό ἀντίδωρο νά βρίσκονται ἄθλια κακοποιημένοι, γδαρμένοι, ἀτιμασμένοι, ἐνῶ πολλοί ὅσιοι ἄνδρες μέ τήν ὀδύνη ζωγραφισμένη ἀκόμα στά πρόσωπά τους εἶχαν σταυρώσει τά χέρια, δεχόμενοι σέ στάση προσευχῆς τόν θάνατο. Ὅλοι εἶχαν ὑποστεῖ διαφορετικό Μαρτύριο ἔχοντας βάψει μέ τό αἷμα τούς ἄπ΄ ἄκρη σ’ ἄκρη τοῦτον τόν τόπο. Ὅμως ἐνῶ τά σώματά τους βρίσκονταν κομματιασμένα στή γῆ, τό φρόνημά τους ἦταν στόν Οὐρανό, ἀφοῦ ποτέ ὅσο ἔζησαν ὡς Μοναχοί δέν φρόντισαν τό σῶμα τούς ἀλλά « πάντοτε τή νέκρωση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶχαν ἀποτυπωμένη στό σῶμα τους» γιά νά ζωοποιηθοῦν στήν ἄλλη ζωή. Πέρασαν ὅλη τους τή βιοτή εὐάρεστα στό Θεό, ζώντας ζωή ἰσάγγελη μέ ἀδιάλειπτη προσευχή καί στολίζοντας τίς ψυχές τους μέ ἀρετές. Καί μέ τό μαρτυρικό τέλος Τους πρόσθεσαν ἀρετή πάνω στήν ἀρετή καί κατετάγησαν στό χορό τῶν Ὁσιομαρτύρων.
Απολυτίκιο Αγίων Εκατόν εβδομήντα εννιά Οσιομαρτύρων των εν τη μονή Νταού Πεντέλης μαρτυρησάντων
Ήχος δ’. Ὁ καθαρώτατος Ναὸς τοῦ Σωτῆρος.
Ὡς τοῦ Κυρίου ἁγιόλεκτοι ἄρνες, ἐξωρμημένοι ἐκ χωρῶν διαφόρων, τῇ ποίμνῃ συνεδράμετε τοῦ Παντοκράτορος, ὅθεν θανατούμενοι ἀπηνείᾳ βαρβάρων χαίροντες ἐξήλθετε εἰς οὐράνιον μάνδραν· καθάπερ ὅσιοι καὶ μάρτυρες Χριστοῦ, ἐκδυσωποῦντες ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον
Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Κυρίου ᾄραντες, Σταυρὸν Πατέρες, τῇ ἀσκήσει ὤφθητε, λίθοι πολύτιμοι Αὐτῷ· ὅθεν βαρβάροις ἐκράζετε, λαμπρᾷ καρδίᾳ· Ἀνέστη ὁ Κύριος.
Μεγαλυνάριον
Δεῦτε Παντοκράτορος ἡ κλεινή, Μάνδρα τῆς Πεντέλης, ἐπευφραίνου χαρμονικῶς, ἐπὶ τῇ ἀθλήσει, τῶν σῶν Ὁσίων τέκνων, Μαρτύρων γενομένων, Χριστοῦ ἐγέρσεως.
Πηγή: Ορθόδοξος Συναξαριστής, Επίσημη Ιστοσελίδα της Μονής
Τελευταία Ενημέρωση: 28 Φεβρουαρίου 2024
ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΣΤΟΝ ΧΑΡΤΗ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ