Προσκυνητής

  >    >  Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης  >  Ιερά Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης

Ιερά Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης

Περιγραφή

Βασικές Πληροφορίες

Κρηπίδα τῆς πίστεως καί ἱερά ἔπαλξη τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ μας, κιβωτός τῶν ἀσκουμένων εὐλαβῶν μοναχῶν ὑπῆρξεν ἡ παλαίφατος ἱερά Μονή τῆς Παναγίας, τῆς ἐπονομαζομένης Εἰκοσιφοινίσης, στό Παγγαῖον ὄρος. Ἐρειπωμένη ἦταν, ὅταν μετά τήν ἐνθρόνισή μου τήν ἐπισκέφθηκα. Ἔτσι τήν ἤθελαν οἱ ἐχθροί τῆς Πίστεως καί τοῦ Ἔθνους. Ἐγνώριζα ἀρκετά γιά τήν λαμπρή ἱστορία καί τό ρόλο πού εἶχε διαδραματίσει ἡ ἱερά Μονή κατά τή μακραίωνη περίοδο τῆς μαύρης δουλείας τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων. Ἡ ἀναπόληση τοῦ ἱστορικοῦ παρελθόντος πλημμύρισε μέ μυστική δύναμη τήν ψυχή μου. Καί ὅταν ἐτερμάτισα τήν πρσευχή μου στό καθημαγμένο καθολικό τῆς ἱερᾶς Μονῆς, εἶχα λάβει τήν απόφασή μου: Νά κάνω ὅ,τι ἦταν δυνατό, νά ζητήσω τήν ἀρωγή καί τή συμπαράσταση ἀτόμων, ὁμάδων καί τῆς Πολιτείας, προκειμένου ἡ ἱστορική Μονή νά ἀνοικοδομηθεῖ μεγαλοπρεπῶς, ὡς σύμβολο τῆς ἀκαταβλήτου πίστεως τῆς ἀκριτικῆς Μακεδονίας μας στά ἀθάνατα ἰδεώδη τῆς Φυλῆς μας.

Καί ὁ Κύριος εὐλόγησε τόν μόχθο καί τήν ἀνύστακτη μέριμνα τοῦ Ἐπισκόπου καί τῶν εὐσεβῶν μοναζουσῶν. Μέ τή γενναία ὑλική προσφορά τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Πολιτείας καί τοῦ Χριστεπωνύμου πληρώματος τῆς Θεοσώστου Μητροπόλεως Δράμας, ἡ ἐρειπωμένη ἱερά Μονή ἀνασυγκροτήθηκε ἐκ βάθρων. Τό ἔργο γιά τήν ὁλοκλήρωσή του ἀπαίτησε καί κόπον πολύ καί χρήματα πολλά καί ἐνέργειες ἀσταμάτητες καί τήν κατανόηση καί τήν ὑπομονή καί τήν ὑπεράνθρωπη προσπάθεια τῆς Ἡγουμένης καί τῆς Συνοδείας της.

Ἤδη, ἡ ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Εἰκοσιφοινίσσης ὄχι μόνον ἀπό πλευρᾶς κτιριακῶν ἐγκαταστάσεων, ἀλλά καί ὡς Ἀδελφότης, λειτουργεῖ κατά τρόπον πού τιμᾶ τόν ὀρθόδοξο Μοναχισμό. Ἀποτελεῖ τό καύχημα τῆς Ἱ. Μητροπόλεως καί πόλον ἕλξεως χιλιάδων προσκυνητῶν, οἱ ὁποῖοι σπεύδουν σ΄ αὐτή καθ΄ ὅλες τίς εποχές τοῦ ἔτους, γιά νά προσκυνήσουν τή χάρη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ν΄ ἀσπασθοῦν τήν θαυματουργόν εἰκόνα Της, ἀποθέτοντες καί τό «τἀμα» τους γιά ὅ,τι ἡ μεσιτεία Της τους χάρισε.

Ἡ ἱστορία τής ἱερᾶς Μονῆς χάνεται στά βάθη τῶν αἰώνων. Παμπάλαιες παραδόσεις ἀναφέρουν ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Φιλίππων Σώζων, πού ἔλαβε μέρος καί στή Δ΄ Οἰκοιμενική Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος (451 μ.Χ., ἵδρυσε ναό καί μοναστικό οἰκισμό στήν τοποθεσία Βίγλα, 50 μέτρα ἀνατολικά τῆς Εἰκοσιφοινίσσης ὅπου καί σήμερα σώζονται τά ἐρείπια ἰσχυροῦ τείχους καί πύργου. Ὅταν ἔφθασε ἐδῶ ὁ πρῶτος κτίτωρ τῆς ἱ. Μονῆς, δηλ. ὁ ἅγιος Γερμανός, τά πάντα ἦταν ἐγκαταλελειμένα. Ὁδηγημένος ὁ Ἅγιος ἀπό τό πρόσταγμα τῆς Θεοτόκου, μέ τήν καθοδήγηση ἀγγέλου, ἦρθε ἀπό τούς Ἁγιους Τόπους ὅπου ἀσκήτευε στήν ἱ. Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου.

Σκάβοντας γιά τή θεμελίωση τοῦ ναοῦ, κοντά στά ἐρείπια τῆς Βίγλας, βρήκε δύο σταυρούς, μέ τή δύναμη τῶν ὁποίων πολλά θαύματα ἔγιναν. Συγκινημένοι οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς πρόσφεραν χρήματα γιά τήν ἀποπεράτωση τοῦ ἔργου, τά ὁποῖα ὅμως δέν ἔφθασαν καί οἱ τεχνίτες πού εἶχε προσλάβει τόν ἔσυραν μέ βία γιά νά δικασθεῖ στή Δράμα. Ἴχνη τοῦ αἵματός του ἀπό τή βίαιη συμπεριφορά τους σώζονται κατά τήν παράδοση πάνω σέ πέτρες κατά μῆκος τῆς μαρτυρικῆς διαδρομῆς. Καθ΄ ὁδόν συναντήθηκαν μέ δυό ἄρχοντες ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, τό Νεόφυτο καί τό Νικόλαο, πού ἐπέστρεφαν ἀπό κάποια ἀποστολή τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Α΄ τοῦ Μακεδόνος (867 – 886) στούς Σέρβους. Ὅταν ἔμαθαν τήν αἰτιία, πρόσφεραν ἐκεῖνοι τά χρήματα πού ἀπαιτοῦσαν οἱ τεχνίτες, πῆγαν στήν Κωνσταντινούπολη, πούλησαν τά ὑπάρχοντά τους καί ἦτθαν νά μανάσουν στή νέα αὐτή ἱ. Μονή. Ὁ ἅγιος Γερμανός διοίκησε τό Μοναστήρι μέ σοφία καί σύνεση καί ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνη ἀφοῦ ὅρισε διάδοχό του τό Νεόφυτο. Ἡ μνήμη του γιορτάζεται στίς 22 Νοεμβρίου, ὁ δέ Βίος του διασώζεται στό χειρόγραφο κώδικα 19 τοῦ ἑρμαρίου 59 τῆς Λαυρεντιανῆς βιβλιοθήκης τῆς Φλωρεντίας.

Ὡς πρός τή σημασία τοῦ ὀνόματος τῆς ἱ. Μονῆς Εἰκοσιφοίνισσα, τρεῖς ἐκδοχές ἀναφέρονται:
α) Τήν ὀνόμασε ἔτσι ὁ Κτίτωρ ἅγιος Γερμανός, σέ ἀνάμνηση τῆς τοποθεσίας ὅπου τό πρῶτον ἔλαβε διά τοῦ ἀγγέλου τήν ἐντολή τῆς Θεοτόκου γιά τήν ἀνέγερση τῆς ἱ. Μονῆς: Βρισκόταν σέ ἕνα μέρος, μικρή ὄαση, ἔξω ἀπό τήν ἱ. Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου, μέ εἴκοσι φοίνικες.
β) Ὁ γνωστός στιχουργός τοῦ 18ου αἰῶνος Καισάριος Δαπόντες τήν ὀνομάζει Κοσσυφινίτσα, γιατί κατά τήν παράδοση, ἕνας κόσσυφος (κοτσύφι) ὁδήγησε τόν ἅγιο Γερμανό στό σημεῖο ὅπου ἀναβλύζει τό Ἁγίασμα μέχρι καί σήμερα.
γ) Ὁ ἡγούμενος τῆς ἱ. Μονῆς Χρύσανθος (τό 1782) ἀναφέρει ὅτι ἐνῶ ὁ ἅγιος Γερμανός, μετά τήν ἀνέγερση τοῦ Μοναστηριοῦ, ἀναζητοῦσε κατάλληλη σανίδα γιά νά γίνει ἡ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, Ἐκείνη μέ θαυματουργικό τρόπο τοῦ πρόσφερε τήν μέχρι καί σήμερα σωζόμενη εἰκονα Της, πού ἄστραφτε κι ἐξέπεμπε «φοινικοῦν», δηλ. κοκκινωπό, φῶς. Ἀπ΄ αὐτό ἐπεκράτησε ὁ ὅρος «Εἰκοσιφοίνισσα» (εἰκών φοινίσσουσα – εἰκών φοίνισσα – Εἰκοσιφοίνισσα).

Δέν σώζονται πηγές σχετικές μέ τήν ἱστορία τῆς ἱ. Μονῆς γιά περίοδο ἀρκετῶν αἰώνων, ἀπό τό θάνατο τοῦ κτίτορος. Ἀρχαιολογικές ἐνδείξεις ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα ὅτι τόν 11ο αἰώνα κτίσθηκε ἐκ νέου τό «καθολικόν» τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου πού ἀργότερα διακοσμήθηκε μέ τοιχογραφίες. Ἡ ἱ. Μονή κατέστη «σταυροπηγιακή», δηλ. ἐξαρτιόταν ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Εἰδήσεις περί τῆς Εἰκοσιφοινίσσης ἔχουμε ἀπό τό Φεβρουάριο τοῦ 1320 καί τό Μάϊο τοῦ 1395, ἐνῶ νέα λα΄μψη γνώρισε τό Μοναστήρι ἀπό τό 1472, ὅταν σ΄αὐτό ἦρθε νά ἐγκαταβιώσει ὁ παραιτηθείς ἀπό τό θρόνο του Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἅγιος Διονύσιος, πού θεωρεῖται ὁ δεύτερος κτίτωρ τῆς ἱ. Μονῆς. Στό διάστημα πού παρέμεινε ἐδῶ, ἀνήγειρε πολλά νέα κτίσματα, ἐπισκεύασε παλαιά, καλλώπισε τόν κυρίως ναό ἐσωτερικά κι ἐξωτερικά. Ἰδιαίτερα τιμοῦσε τόν Ἅγιο ὡς πνευματικό της πατέρα ἡ χριστιανή σουλτάνα Μάρω, μητριά τοῦ Μωάμεθ Β΄ Πορθητοῦ (1451 – 1481), ἡ ὁποία εὐεργέτησε μέ μεγάλες δωρεές τήν ἱ. Μονή καί ἐτάφη σ΄ αύτήν τό 1487.

Σιγγίλια ὑπερ τῶν προνομίων τῆς ἱ. Μονῆς ἐξέδωσαν οἱ πατριάρχες Συμεών ὁ Τραπεζούντιος (1474) καί Μάξιμος (1477).

Ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Διονυσίου, ὁ ὁποῖος ἐκλήθη στον πατριαρχικό θρόνο γιά δεύτερη φορά καί τό 1491, ὁπότε παραιτήθηκε μέ τή θέλησή του, ἐπέστρεψε στήν ἱ. Μονή, ἡ Ειἰκοσιφοίνισσα ἀπέκτησε μεγάλη ἀκμή καί αἴγλη. Τό 1507 ζοῦσαν ἐκεί 24 ἱερομόναχοι, 3 ἱεροδιάκονοι και 145 μοναχοί. Περιέρχονταν τήν ἁνατολική Μακεδονία καί τή Θράκη, ἐνίσχυαν τούς Χριστιανούς κι ἀπέτρεπαν τούς ἐξισλαμισμούς. Αὐτο ὅμως προκάλεσε τήν ὀργή τοῦρκου τοπάρχου, ὁ ὁποίο τήν 23η Ἀπριλίου 1507 κατέστρεψε τό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (σήμερα Παλαιοχώριο Παγγαίου) καί τήν 25η Αὐγούστου τοῦ ἴδιου χρόνου κατέσφαξε καί τούς 172 μοναχούς τῆς Εἰκοσιφοίνισσας, χωρίς νά περάξει τα ἱερά κτίσματα.

Μετά τήν ὁλοκληρωτική αὐτή σφαγή, τό Πατριαρχεῖο πἐτυχε τό 1510 ἤ το 1520 νά ἀποσπάσει ἄδεια τοῦ Σουλτάνου γιά τήν ἀναδιοργάνωση τῆς ἱ. Μονῆς, νέ τή μεταφορά 10 μοναχῶν ἀπό τό ἁγιορειτικό Βατοπέδιο. Μέχρι τό 1917 σώζονταν 15 πατριαρχικά σιγγίλια (ἐκδόθηκαν ἀπό το 1474 ἕως τό 1857) πού φανερώνουν τή σημασία τῆς ἱ. Μονῆς καί τό μέγα ἐνδιαφέρον τοῦ Οικουμενικοῦ Πατριαρχείου. Μεταξύ ἄλλων τό 1798 ἦρθε ἐξόριστος καί παρέμεινε ἐδῶ γιά 9 μῆνες ὁ ἐθνομάρτυρας πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ε΄ πού ἀφιέρωσε καί τά δικηροτρίκηρά του.

Πνευματικό καί ἐθνικό κέντρο τῆς εὐρύτερης περιοχῆς του, τό Μοναστήρι τοῦ Παγγαίου προετοίμασε τήν ἐθνική ἐξέγερση κατά τῶν Τούρκων. Ἐδῶ εἶχε τό ἀρχηγεῖο του ὁ μεγάλος ἀγωνιστής Νίκος Τσάρας καί ἐδῶ ὁ Ἐμμανουήλ Παππάς ὅρκεσε τούς ὁπλίτες του καί κήρυξε τήν ἐπανάσταση.

Περίφημη ἦταν καί ἡ Ἑλληνική Σχολή τῆς ἱ. Μονῆς, στήν ὁποία καλλιεργοῦνταν τά γράμματα, γιά τήν ἄνοδο τοῦ μορφωτικοῦ επιπέδου τῆς περιοχῆς, ἐνῶ ἀξιόλογη ὑπῆρξε καί ἡ Βιβλιοθήκη της. Πρίν τήν διαρπαγή της ἀπό τούς Βουλγάρους (1917) περιλάμβανε 1300 τόμους βιβλίων ἐκ τῶν ὁποίων οἱ 430 χειρόγραφοι κώδικες, μεγάλης ἀξιας.

Στούς αἰῶνες αὐτῆς τῆς ἀκμῆς ἀνεγέρθηκαν ἤ ἐπισκευάσθηκαν πολλά ἱερά ἤ βοηθητικά κτίσματα, ὅπως καί ὁ παμπάλαιος κεντρικός ναός τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, τοῦ 11ου αἰῶνος, πού εἶχε καταστραφεῖ ἀπό τό μεγάλο σεισμό τῆς 5ης Μαΐου 1829. Ἡ ἀνέγερσή του ὁλοκληρώθηκε τό 1842.

Δυσκολίες περασε ἡ Εἰκοσιφοίνισσα τό β΄ ἥμισυ τοῦ 19ου αἰώνα. Τό 1854 ἀποτεφρώθηκε ἀπό πυρκαγιά ἡ δυτική καί μέρος τῆς βόρειας πλευρᾶς, τό δέ 1864 χολέρα ἀποδεκάτισε τούς μοναχούς. Γιά τήν ἀνόρθωση τῆς ἱ. Μονῆς ἐργάσθηκαν ἀρκετοί πατριάρχες καί ἰδιαίτερα ὁ Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος (1902 – 1910), μετέπειτα μαρτυρικός Μητροπολίτης Σμύρνης (1922).

Ὡς προπύργιο τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν ἀνατολική Μακεδονία καί Θράκη, ἡ Εικοσιφοίνισσα δέν ἄργησε νά δεχθεῖ καί τίς ἐγκληματικές ἐπιθέσεις τῶν Βουλγάρων. Αὐτοί, ὅταν κατέλαβαν τήν περιοχή, τό 1916, μετά ἀπό μικροεπεισόδια καί ἐνοχλήσεις, ἀφοῦ τήν 3η Ὀκτωβρίου 1916 ἐσφάγη ἀπό «ἀγνώστους» ὁ προηγούμενος γέρων Μακάριος, μπῆκαν τή Μεγάλη Δευτέρα, 27 Μαρτίου 1917, στήν ἱ. Μονή κομιτατζῆδες Βούλγαροι μέ επικεφαλῆς τό συμπατριώτη τους Πανίτσα καί τόν ἀρχαιολόγο Βλαδίμηρο Σίς, ἔκλεισαν τούς στό χῶρο τοῦ νέου φούρνου, ξυλοκόπησαν τόν ἡγούμενο Νεόφυτο καί δύο μοναχούς καί λεηλάτησαν τήν ἱ. Μονή. Ἀπεχώρησαν, ἔχοντας φορτώσει σέ 18 ἡμιόνους χειρόγραφα, ἄμφια καί κειμήλια ἀνυπολόγιστης ἀξίας καθώς καί τό χρυσό κάλυμμα τῆς ἀχειροποιήτου Εἰκόνας. Ὅταν, μετά τή συνθήκη τοῦ Νεϊγύ, τό 1923 ὁ Καθηγητής τῆς Βυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας Γ. Σωτηρίου, πῆγε στή Σόφια γιά νά ζητήσει ἐπιστροφή τῶν διαρπαγέντων, βρῆκε ἐλάχιστα. Τά περισσότερα, διαπιστώθηκε ἀργότερα, εἶχαν πουληθεῖ σέ βιβλιοθῆκες τῆς Δ. Εὐρώπης καί τῆς Ἀμερικῆς.

Τήν 23η Ἰουνίου 1917 οἱ Βούλγαροι ὑποχρέωσαν ὅλους τούς μοναχούς νά ἐγκαταλείψουν τήν ἱ. Μονή. Ἡ Εἰκοσιφοίνισσα ἀφέθηκε ἔρημη… Οἱ μοναχοοί ἐπέστρεψαν στίς 10 Ὀκτωβρίου 1918, μετά τήν ἧττα τῶν Βουλγάρων καί Γερμανῶν.

Τό «θαῦμα τῆς μπότας» καί τοῦ πιστολιοῦ, μαρτυρεῖ γιά μιά ἀπό τίς πολλές ἀνεπιτυχή προσπάθεια τῶν Βουλγάρων νά συλλήσουν τήν ἀχειρποίητη Εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, μέ τή μεταφορά της στή Βουλγαρία.

Τήν ὁλοκλήρωση σχεδόν καταστροφῆς τῆς ἱ. Μονῆς πέτυχαν οἱ Βούλγαροι στή διάρκεια τοῦ Β΄ παγκοσμίου πολέμου. Ἐνῶ κρατοῦσαν ὑπό περιορισμό τόν ἡγούμενο Γρηγόριο μέ 12 μοναχούς, ἔβαλαν φωτιά καί ἔκαψαν τά οἰκοδομήματα τῆς ἱ. Μονῆς, στίς 12 Ἰουλίου 1943. Διασώθηκε ὁ κύριος ναός, ἀποτεφρώθηκε ὅμως ὁ Ξενώνας μέ τά 365 δωμάτια καί τρία παρεκκλήσια. Σωροί ἐρειπίων τώρα, ἐκεί πού ἔσφυζε ἡ πνευματική ζωή.

Μία προσπάθεια γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ἱ. Μονῆς ἔγινε τό 1946 ἀπό τόν τότε ἡγούμενο Γρηγόριο Κατσιβάκη, πού μέ τήν ἀρωγή τῶν χριστιανῶν καί προσωπική ἐργασία ἔκτισε τό Ἡγουμενεῖο καί μεταφέρθηκε πανηγυρικά στή θέση της καί ἡ θαυματουργός Εἰκόνα πού γιά ασφάλεια τήν εἶχαν στη Νικήσιανη. Τό 1957 ἀνεγέρθηκε μοκρός ξενώνας (10 δωματίων).

Ἡ ριζική ἀνοικοδόμηση τῆς ἱ. Μονῆς ἄρχισε καί ὁλοκληρώθηκε μετά τήν ἐκλογή καί ἐνθρόνισή μου. Βρῆκα ἐρειπωμένη κι ἐγκαταλειμμένη τήν ἱστορική ἱ. Μονή. Καί κατέστησα ἀπό τήν πρώτη στιγμή μέλημά μου τήν ἀνοικοδόμησή της. Σέ μία δεκαετία ἡ κατάσταση ἄλλαξε ριζικά. Σήμερα ἡ Εἰκοσιφοίνισσα παρουσιάζει ἕνα ἀρχιτεκτονικό σύνολο, μεγαλοπροπέστερο ἀπό ὅ,τι ἦταν πρίν τήν πυρπόληση. Ἠλεκτροφωτίσθηκε, καλλωπίσθηκε, συνδέθηκε μέ ἁμαξιτή ὁδό, διευκολύνοντας τούς πολυπληθεῖς προσκυνητές νά φθάνουν στήν ἱ. Μονή.

Απολυτίκιο Εισόδια της Θεοτόκου

Ἦχος δ’.
Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τὸ προοίμιον, καὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦ, τρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυται, καὶ τὸν Χριστὸν τοῖς πᾶσι προκαταγγέλλεται. Αὐτῇ καὶ ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμεν, Χαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.
Ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ Παρθένος, τὸ Ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, σήμερον εἰσάγεται, ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, τὴν χάριν συνεισάγουσα, τὴν ἐν Πνεύματι θείῳ· ἣν ἀνυμνοῦσιν Ἄγγελοι Θεοῦ· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.

Ὁ Οἶκος
Τῶν ἀπορρήτων τοῦ Θεοῦ καὶ θείων μυστηρίων, ὁρῶν ἐν τῇ Παρθένῳ, τὴν χάριν δηλουμένην, καὶ πληρουμένην ἐμφανῶς, χαίρω, καὶ τὸν τρόπον ἐννοεῖν ἀμηχανῶ τόν ξένον καὶ ἀπόρρητον, πῶς ἐκλελεγμένη ἡ ἄχραντος, μόνη ἀνεδείχθη ὑπὲρ ἅπασαν τὴν κτίσιν, τὴν ὁρατὴν καὶ τὴν νοουμένην. Διό, ἀνευφημεῖν βουλόμενος ταύτην, καταπλήττομαι σφοδρῶς νοῦν τε καὶ λόγον, ὅμως δὲ τολμῶν, κηρύττω καὶ μεγαλύνω· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Δράμας

Τελευταία Ενημέρωση: 21 Νοεμβρίου 2023

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΣΤΟΝ ΧΑΡΤΗ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

  • Έτος Ιδρύσεως: 452
  • Πανηγυρίζει: 21 Νοεμβρίου (Εισόδια της Θεοτόκου)
  • Ιερά Μητρόπολη: Δράμας
  • Διεύθυνση: Αγγίστης Σερρών, Τ.Κ. 62056
  • Τηλ: +302510516581
  • Ωράριο: 06:00-18:00 Καθημερινά (εκτός Σαββάτου και Κυριακής 06:00-18:30)
  • Πρόσβαση: Με αυτοκίνητο